8/12/14

Nostromo Home Cinema 25

Μεγαλώνοντας (Boyhood, 2014) ****1/2
Από τον Χρήστο Ζαφειριάδη 

Σκηνοθεσία: Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ
Πρωταγωνιστούν: Πατρίσια Αρκέτ, Ίθαν Χοκ, Έλαρ Κολτρέιν, Λόρελεϊ Λινκλέιτερ
165’, 1.85 : 1


Το Boyhood είναι μια ταινία που όταν τη δεις, δεν θα την ξεχάσεις εύκολα. Αλλά ακόμα κι αν για λίγο φύγει από κοντά σου, θα έρθει μια μέρα όπου οι συγκινήσεις της ζωής, οι καταστάσεις της καθημερινότητας και όλα όσα νόμιζες ότι αντιμετωπίζεις μόνος, θα σου τη φέρουν και πάλι στο μυαλό. Θα σε κάνουν να θυμηθείς τη στιγμή που στάθηκε για λίγο εμπρός σου και δεν μπορούσες να πιστέψεις όλα αυτά για τα οποία σου μιλούσε. Όλα τα μικρά και ασήμαντα που ζούμε καθημερινά αλλά δεν έχουμε το θάρρος να τα κάνουμε σημαντικά κι όλα τα μεγάλα που γεννήθηκαν για να κυριαρχούν αλλά δεν είχαμε ποτέ το θάρρος να τα αντιμετωπίσουμε όπως τους αξίζει. Δεν λέγεται αδυναμία αυτό, λέγεται ζωή και τη βιώνεις όπως κάθε άνθρωπος επάνω στη γη, δηλαδή μεγαλώνοντας.

Η ταινία του Linklater ακολουθεί ένα αγόρι από την τρυφερή ηλικία των 5 ετών, μέχρι την απαιτητική στιγμή της ενηλικίωσης. Ένα κομμάτι από τη ζωή, όχι μόνο του μικρού Mason αλλά και των ανθρώπων που ζούνε δίπλα του, που μεγαλώνουν κι αυτοί όπως όλοι οι υπόλοιποι και τους βλέπεις να αλλάζουν και να μεταμορφώνονται μπροστά στα μάτια σου. Βλέπεις τον χρόνο να περνά από πάνω τους, αφήνοντας τα ανεξίτηλα σημάδια στα πρόσωπά τους, χωρίς κανένας να μπορεί να κάνει κάτι γι’ αυτό. Όμως σε κάθε ηλικία αντιμετωπίζεις διαφορετικά τον χρόνο. Όταν είσαι μικρός δεν τον αντιλαμβάνεσαι πλήρως και μπορείς να κοιτάζεις το απέραντο γαλάζιο του ουρανού και να μην ξέρεις σε ποιο σημείο ακριβώς τελειώνει. Όσο μεγαλώνεις καταλαβαίνεις ότι αν κάτι τελειώσει μια μέρα, αυτό θα είναι η ζωή που προχωράει πάντοτε εμπρός χωρίς να σε ρωτάει. Αυτό δεν σημαίνει ότι σε αφήνει πίσω αλλά ότι σε παίρνει πάντοτε μαζί της στο αύριο, χωρίς να το γνωρίζεις και χωρίς να αντιλαμβάνεσαι ποιος και πότε θα είναι ο τελικός προορισμός σου.

Κι όμως, μέσα σε μόλις (!) 165 λεπτά, το Boyhood θα σου μιλήσει για πράγματα που θεωρείς αυτονόητα αλλά τα έχεις ξεχάσει. Θα σου θυμίσει ότι τα παιδιά (πρέπει να) έχουν τους δικούς τους ήρωες (όπως εμείς λατρεύουμε τον Robert Plant και τον David Gilmour, έτσι κι αυτά λατρεύουνε τον Harry Potter), θα σου θυμίσει ότι η διαδρομή είναι γεμάτη επιλογές που πρέπει να κάνεις για να προχωρήσεις, αλλά για να μάθεις το σωστό θα πρέπει πρώτα να αποτύχεις. Για να μπορέσεις να αποτύχεις όμως, θα πρέπει πρώτα να προσπαθήσεις, κάτι που δεν σου το μαθαίνει καμία ταινία αλλά η πορεία της ίδιας της ζωής.

Όλα τα παραπάνω δεν είναι αόριστες φιλοσοφίες αλλά χαρακτηριστικά μιας σπουδαίας ταινίας που περιπλανιέται, από την πολιτική και κοινωνική αβεβαιότητα στην οικογενειακή θαλπωρή, από τα πράσινα γρασίδια της παιδικότητας στα γειτονικά στέκια και στα σοκάκια της πανεπιστημιούπολης και τελικά, από τις σιωπηλές αναζητήσεις στην αναγνώριση της προσωπικής μας ταυτότητας. Μια ταινία που ξεπερνάει τα όρια μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικότητας και αφήνει τον χρόνο να κυλήσει επάνω της, ακτινοβολώντας μια διάχυτη ειλικρίνεια. Μια ειλικρίνεια σπάνια, ευαίσθητη κι απέραντη, που μου έδωσε να καταλάβω γιατί καμιά φορά έχω ανάγκη το σινεμά περισσότερο απ’ τους ανθρώπους. 


Κυκλοφορούν ακόμη:
Από τον Γιάννη Σμοΐλη

Aguirre: The Wrath of God (1972) ****1/2


Επτά χρόνια πριν την ανατριχιαστική καταβύθιση του μεγάλου Φράνσις Φορντ Κόπολα στις πυκνές ζούγκλες και τα πηχτά σκοτάδια της -κατακτητικής μέχρι παράνοιας-ανθρώπινης φύσης που όλοι γνωρίζουμε ως "Αποκάλυψη Τώρα", ένας άλλος μεγάλος, ο Γερμανός Βέρνερ Χέρτζογκ, ολοκλήρωνε το σπουδαίο φιλμ που θα λειτουργούσε σαν γόνιμο ερέθισμα για την κινηματογραφική φαντασία του πρώτου. Το "Aguirre, der Zorn Gottes", περισσότερο από μια σπουδαία ταινία εποχής είναι το αισθητικά ανυπέρβλητο, μεθυστικό χρονικό ενός συλλογικού εφιάλτη εγκαθιδρυμένου στο πολεμοχαρές υποσυνείδητο, κατοικημένου από βουτηγμένους ως το λαιμό στις τροπικές αναθυμιάσεις, τα έλη και την φιλαργυρία, Ισπανούς κονκισταδόρες σε μια αναζήτηση του θρυλικού Ελ Ντοράντο, που θα μπορούσε να είναι και η απάτητη χώρα του Θανάτου (τους), τον οποίο κατά βάθος λαχταρούν με την ολόλαμπρη μορφή μιας ιδιοτελούς πλήρωσης. Φιλμικό ποίημα αδιανόητης υποβλητικότητας, πιο πολύ ζωγραφισμένο παρά σκηνοθετημένο, ζαλιστικής εικαστικής ομορφιάς και με έναν Κλάους Κίνσκι που δεν είναι τίποτα λιγότερο από τρομακτικός ως ανελέητο φυσικό φαινόμενο.


The Hobbit: The Desolation of Smaug (2012) **


Στη μέση της δεύτερης τριλογίας του Πήτερ Τζάκσον με θέμα την Μέση Γη, το "The Desolation of Smaug" είναι ένα Hobbit λιγότερο επικοινωνιακό από το πρώτο, προσανατολισμένο ξεκάθαρα στους οπαδούς και την πιτσιρικαρία, φανταχτερό (ως συνήθως), ψευδοεπικό και φλύαρο, πολύ κουραστικό σε σημεία για όποιον δεν έχει εικόνισμα τον Τόλκιν και εξόφθαλμα εκμεταλλευτικό τόσο σαν κατασκευή (η εξέλιξη της τεχνολογίας και το 3D κάνουν τα visuals όλο και πιο εντυπωσιακά αλλά δεν μπορούν να γεμίσουν τα κενά περιεχομένου), όσο και σαν πρόθεση αφαίμαξης των φανατικών του "Lord of the Rings". Μιλάμε συχνά για την αθωώτητα του, πρωτίστως λάτρη και μερακλή, Πήτερ Τζάκσον, στο στήσιμο των ταινιών και την αγάπη του στο υλικό και τους ήρωες αλλά παραλείπουμε να αναφερθούμε στην πολύ κυνική διάθεση με την οποία παίρνει κι ο ίδιος μέρος στο εμπορικό όργιο που οργάνωσαν οι παραγωγοί του "Hobbit", βάζοντας και τον ίδιο στο παιχνίδι, έστω και ως ευσυνείδητο υπάλληλο. Εδώ, αναμενόμενα, κάνει την δουλειά του σωστά, όχι όμως αληθινά εμπνευσμένα και σίγουρα όχι με τον τρόπο που απογείωνε την προηγούμενη τριλογία του στις διαστάσεις μιας αυθεντικής, κινηματογραφικής φαντασίωσης για πιτσιρικάδες κάθε ηλικίας.


Filth (2013) **1/2


Ποθώντας ενδόμυχα να προκύψει ως άνομο τέκνο μιας λάγνας, ομαδικής συνεύρεσης των "Fear and Loathing in Las Vegas", "Trainspotting" και "Bad Lieutenant", το "Filth" είναι ένα φιλμ που πάσχει (με όλες τις θετικά και αρνητικά φορτισμένες συμπαραδηλώσεις που ενέχει η έννοια του πάσχειν) σαν τον κεντρικό του ήρωα, τριπαρισμένο, αμοραλιστικό και βίαιο, προβληματικό μεν αλλά, σε σημεία, γοητευτικό, όπως όλες οι ακραίες, λιγάκι (ή και περισσότερο) επικίνδυνες εμπειρίες. Παράφορο στην μανία του να συντρίψει, τη μία μετά την άλλη, όλες τις βολικές μας, μεσοαστικές προκαταλήψεις (ηθικές και κοινωνικές) χάνει εντελώς τον μπούσουλα πλησιάζοντας προς το ανεκδιήγητο φινάλε, προδίδοντας ό,τι ακραιφνώς γενναίο -έστω και ανορθόδοξα- είχε να πει ως τότε, καθώς αφήνεται να βυθιστεί σε έναν, παλαιάς κοπής, παρωχημένο και υπόγεια κομφορμιστικό, τελικά, φροϋδισμό που "αδειάζει" τον κεντρικό του ήρωα, ξεβράζοντας τον σε έναν ξερότοπο κοινοτοπιών, στερώντας του σταδιακά όλη την ερεβώδη λάμψη με την οποία, επιμελώς, τον στόλιζε για παραπάνω από μία ώρα. Έστω κι έτσι, όμως, ο Τζέιμς ΜακΑβόϋ είναι συγκλονιστικός.

Oculus (2013) **1/2


Αξιοπρεπές θριλεράκι αμφισημίας, εκκρεμότητας και ωραίων ρυθμών, το "Oculus" δεν προσπαθεί να σε πείσει ότι ανακάλυψε την πυρίτιδα, λειτουργεί άψογα, όμως, αν έχεις αποδεχτεί εκ των προτέρων το συνηθισμένο του θέματός του. Για την ακρίβεια, αυτό είναι που περιορίζει ένα, κατά τα άλλα, καλοκουρδισμένο φιλμ: μέχρι την μέση του σε γεμίζει ελπίδες για μια πολυπόθητη παρέκκλιση απ' την πεπατημένη και τελικά σε αφήνει ξεκρέμαστο όπως και τον ρασιοναλιστή, ψύχραιμο αδερφό που στο πρόσωπο του ταλαντούχου πιτσιρικά Μπρέντον Τουέιτς προκύπτει σαν στιβαρή, λογική άγκυρα μέσα σε έναν ωκεανό μεταφυσικών κλισέ. Θα μπορούσε να προκύψει κάτι εξαιρετικό αν σεναριακά διατηρούσε ως το τέλος την ισορροπία που στην πρώτη του πράξη, τουλάχιστον, επιδεικνύει. Επικεντρωμένο καθώς είναι στο εφηβικών απαιτήσεων κοινό (του), αναγκαστικά απορρίπτει αυτή του τη δυνατότητα και μαζί της τον θαυμασμό των "ψημένων" στο είδος, σινεφίλ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου