26/3/14

Ο Γιάννης Οικονομίδης και η αισθητική της βωμολοχίας

Από τον Ηλία Δημόπουλο



Το πρώτο πράγμα με το οποίο φεύγεις από την αίθουσα σε μια ταινία του Οικονομίδη είναι τα μπινελίκια. Πυκνά, συνεχή μπινελίκια. Τους πιο πολλούς τους σοκάρουν, τους αηδιάζουν, μάλλον τους διώχνουν κιόλας. Όχι αδικαιολόγητο, αλλά όχι και δίκαιο. Μια ταινία, ιδίως αν κατοπτρίζει το σύμπαν ενός συνεκτικού δημιουργού, οφείλει να περιέχει εκείνο που εκφράζει μια κατάσταση, υπαρξιακή, κοινωνική, αισθητική, που περιγράφεται. Και η αλήθεια είναι πως όσο πιο σοβαρά αντιμετωπίζεις την έκφραση έργου/δημιουργού, τόσο περισσότερο καλείσαι να κατανοήσεις ποια είναι η κατάσταση αυτή, τι νόημα περιέχει κι αν εν τέλει σε αφορά.


Τα βρισίδια στον Οικονομίδη, πιθανόν θα στο πει κι ο ίδιος, καθρεφτίζουν τον μικρόκοσμο που περιγράφουν, τις συνθήκες που τον διέπουν. Ωστόσο αυτή μου φαίνεται εύκολη απάντηση. Γιατί στην εφαρμογή τους, στον τρόπο που γράφονται κι εκφέρονται υπάρχει ενιαίος ρυθμός, ύφος και στόχος. Έχουν μια αισθητική συνέπεια τα μπινελίκια του.

Κατ΄αρχήν οι βωμολοχικές λέξεις περιστρέφονται σχεδόν στο σύνολό τους γύρω από την γενετήσια λειτουργία. Μουνιά, αρχίδια, κώλοι, γαμήσια είναι στην λεπτοδεικτούμενη (και καθόλου λεπτεπίλεπτη) διάταξη, αποκαλύπτοντας ανθρώπους που έχουν το σεξ (ενδεχομένως) παραφθαρμένο εντός τους, και σίγουρα ενδεικτικό/ενισχυτικό των επιχειρημάτων τους. Μ’ άλλα λόγια αν εσύ χρησιμοποιείς το σεις και το σας – έχοντας ίσως κατατροπώσει την σεξουαλική ελευθεροστομία σου – αυτοί είναι πολιτισμικά μετατοπισμένοι, έχουν άγνωστη (ή χεσμένη) τέτοια καλλιέπεια και μιλούν απ’ ευθείας την διάλεκτο που αντιπροσωπεύει τον χαρακτήρα τους.

Εν συνεχεία είναι τόσο χαρακτηριστικά μανιακός ο τρόπος και η δριμύτητα της βωμολοχίας που καταλήγει στυλιζαρισμένος. Όλοι οι χαρακτήρες του Οικονομίδη μιλούν με πανομοιότυπο τρόπο – κι αυτό είναι σκηνοθετική οδηγία – δείχνουν να κολλάνε στην ίδια την φρασεολογία τους που πλέον δεν κουβαλά ένα πρόσθετο νόημα, πολλές φορές πια οι ίδιες οι λέξεις καταλήγουν αυτοσκοπός. Αυτό, εκτός από την ανάγκη της λεκτικής επιβολής του ενός στον άλλον έχει και μια πρόσθετη παρενέργεια: Λειτουργούν χιουμοριστικά. Προσοχή όμως. Όχι με την έννοια του αστείου (και αυτού, προσωπικά μιλώντας, πάντως) αλλά με αυτήν της αποστασιοποίησης. Η αισθητική του Οικονομίδη έτσι λειτουργεί κατά το κοινώς καλλιτεχνικό λεγόμενο μπρεχτικά, απομακρύνοντάς σε από αυτό που δεν αναγνωρίζεις σαν δικό σου και αναγκάζοντάς σε – αν το αντέχεις, φυσικά – να παρακολουθήσεις τα συμβαίνοντα όχι σαν ταυτισμένος αλλά σαν παρατηρητής. Και τότε ίσως αντιληφθείς – ειδικά στο ανώτερο όλων των προηγούμενων, Μικρό Ψάρι – πως και ο ίδιος ο δημιουργός πίσω απ’ όλο αυτό το τείχος βωμολοχίας δημιουργεί έναν κόσμο που παγιδεύει τις πράξεις στις λέξεις του. (Το ζευγάρι που φεύγει με τα λεφτά, η μάνα που εκδίδει την κόρη της, είναι πράξεις εγκλωβισμένες σ’ έναν σεξουαλικό ψυχωτισμό που ενυπήρχε ήδη στις λέξεις του.) Μόνο που στο Μικρό Ψάρι, υπάρχει ο Στράτος, ξεκάθαρα αποστασιοποιημένος από τον λεκτικό όλεθρο και βασικά αμίλητος, που αντιπροσωπεύει εκείνο το ηθικό κέντρο, όσο τελειωμένο κι αν είναι και του λόγου του, που ορθώνεται πίσω και πέρα από την λεκτική φυλακή των τυπικών χαρακτήρων του σινεμά του Οικονομίδη.

Έτσι, και παρά την ομολογουμένως δύστροπη ηχητική τόσης μαζεμένης λέρας, όλο αυτό το συγκροτημένο βωμολοχικό οικοδόμημα μοιάζει περισσότερο πια να περικλείει εντός του ένα απώτερο νόημα, που στο Μικρό Ψάρι, παίρνει και την σάρκα του και τα οστά του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου