26/6/14

Μέχρι το Τέλος (The Homesman, 2014) ****

Από τον Ιωάννη 'Moody' Λαζάρου

Σκηνοθεσία: Τόμι Λι Τζόουνς
Πρωταγωνιστούν: Τόμι Λι Τζόουνς, Χίλαρι Σουάνκ, Γκρέις Γκάμερ, Τζον Λίθγκοου
2.35:1, 122’


Υπάρχει μια ακατανίκητη λαχτάρα για μια νέα ταινία του Τόμι Λι Τζόουνς, για κάποιους λίγους μόνο, εικάζω. Είναι αυτό που αποπνέει ως φυσιογνωμία -παραδοσιακά αγέλαστη-, είναι το άρρητο της ηθικής στάσης ως υπαρξιακή ανάγκη που κυοφορεί το σκηνοθετικό ντεμπούτο του («Οι Τρεις Ταφές του Μελκιάδες Εστράδα»), είναι ο τολμηρός μεταφυσικός στοχασμός στο «Sunset Limited». Είναι πως τέτοιοι άνθρωποι, όχι μόνο στο χώρο του θεάματος αλλά όπου κι αν ψάξεις, μοιάζει να εκλείπουν.

Με τη στόφα του πιο σοφού παλαιομοδιτισμού, αλλά και τη διαχρονικότητα του αναμφίβολα κλασικού, κείνη η ξεχασμένη, ακατέργαστη αρσενικότητα που από φύση και επιλογή δε συγχρονίζεται με την ευκαιριακότητα της εποχής της, που διακατέχεται από μια αξιοζήλευτη ευθύτητα και μια απλότητα στους τρόπους της, που το αστραφτερό Χόλιγουντ δεν μπορεί να αλλοτριώσει.
(Ο ίδιος ο Τζόουνς δείχνει να παραμένει ένας τίμιος και εργατικός Τεξανός rancher, στην ουσία του.)

Και το γεγονός πως αποφάσισε σε μια βιολογικά προχωρημένη ηλικία να καταπιαστεί με τη σκηνοθεσία υποδηλώνει την ειλικρινή εσωτερική του επιταγή να μοιραστεί όσα κουβαλά και να διασώσει όσα πρεσβεύει. Έτσι, και στη δεύτερη κινηματογραφική του ταινία αφηγείται μια ομηρικών διαστάσεων περιπέτεια (εξωτερικά, γιατί εσωτερικά μελετά το ίδιο το γεγονός, τον άνθρωπο δηλαδή, τον Αμερικάνο με το πολιτισμικό του φορτίο εν προκειμένω), με τη μορφή μιας γουέστερν road movie, τοποθετημένης στο Τότε, που εκτυλίσσεται κατά μήκος των ασάλευτων και έρημων πλαγιών της Μεσοδυτικής Αμερικής, μιας τοπογραφίας λιγότερο ελκυστικής αλλά περισσότερο μελαγχολικής από του Τζον Φορντ, πλήρως εγκαταλελειμμένης, που σίγουρα δε γεννά την επιθυμία να κατοικηθεί.

Λίγα μίλια δυτικότερα, όμως, υπάρχει μια μικρή ανθρώπινη κοινότητα, που διοικείται από πάστορα και διακατέχεται από φόβο. Ένα μέρος τραχύ, ανθρώπων φτωχών και απολίτιστων, αποστερημένων όποιου συναισθήματος, γι’αυτό βίαιων και άπληστων· που μιλούν για φόρους και θανάτους, αλλά αποφεύγουν τις κουβέντες για την τρέλα και που εντός της κάμαρής τους σφαλίζουν τα πιο σκοτεινά μυστικά. Αλλά και λίγο ανατολικότερα, που υπάρχει ένα ξενοδοχείο απαστράπτον από περιποίηση, την ίδια απανθρωπιά συμπεραίνεις.

Σε αντίθεση με όλους αυτούς, η Μαίρη Μπι (καταγόμενη από τη Νέα Υόρκη) της Χίλαρι Σουάνκ είναι μια μοναχική, αξιοπρεπής και δυναμική αγρότισσα. Ίσως λιγάκι άχαρη και κάπως δεσποτική, αλλά άξια και έντιμη πέρα για πέρα. Γεροντοκόρη για τα ήθη της εποχής, αναζητά γαμπρό για να μην τη στραβοκοιτάζουν, παρ’ ότι όσες παντρεύτηκαν, τρελάθηκαν -κι αυτό είναι ένα από τα πολλά σημεία που εντοπίζεται ιδιότυπο μαύρο χιούμορ στην ταινία.

Ανάμεσα σε τόσους άβουλους μαντράχαλους, αυτή είναι η μόνη που θα προθυμοποιηθεί, σαν ο σιωπηρός ήρωας που καμιά φορά κρύβεται στη διπλανή μας πόρτα, να μεταφέρει τις τρεις φρενοβλαβείς από τη Νεμπράσκα στην Αϊόβα (κινούμενη ανατολικά, παραδόξως για γουέστερν) και να τις παραδώσει στον πολιτισμό ενός εκκλησιαστικού ιδρύματος. Για καλή (;) της τύχη, σώζοντας έναν κυνηγημένο μικροαπατεώνα -και εξ ίσου μοναχικό-, τον υποχρεώνει (έναντι και κάποιας χρηματικής αμοιβής) να τη συνοδεύσει με το πιστόλι και τ’ άλογό του στο μακρύ και επικίνδυνο ταξίδι.


Και καθώς τα μίλια που διανύουν με την άμαξα πληθαίνουν, ο Τζορτζ Μπριγκς, που ενσαρκώνει ο Τζόουνς, γίνεται ο αντιήρωας που σταδιακά θα αναζητήσει λύτρωση μέσα από αυτή τη συνύπαρξη, αφού την αρχική καχυποψία του θα διαδεχθεί η κατανόηση και η μνησικακία του θα μετατραπεί σε συγκρατημένο νοιάξιμο. Πρωτίστως, για το γυναικείο φύλο, μέσα από του οποίου το βλέμμα ο Τζόουνς διαβάζει αντισυμβατικά τη μεθοριακή «εποποιία», τιμώντας το γενναιόδωρα κατ’αυτόν, και όχι μόνο, τον τρόπο.

Και αντιστοίχως με την τελευταία επιθυμία του Μελκιάδες Εστράδα, σαν απομεινάρι του μύθου του Πολυνείκη από την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, η σεβαστική (και μετά τιμής, όταν το χρωστάς στο νεκρό) ταφή επιβάλλεται, για να επέλθει η κάθαρση. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου