23/6/14

Nostromo Home Cinema 16

Η Ταινία του Δεκαπενθημέρου:
Από τον Γιάννη Σμοΐλη


Ξενοδοχείο Grand Budapest (The Grand Budapest Hotel, 2014) ****
Σκηνοθεσία: Γουές Άντερσον
Πρωταγωνιστούν: Ρέιφ Φάινς, Τόνυ Ρεβολόρι, Φ. Μάρρεϋ Έιμπραχαμ, Τζουντ Λο, Γουίλιεμ Νταφόε, Τζέφ Γκόλντμπλαμ, Έντριεν Μπρόντυ, Χάρβεϊ Καϊτέλ
100’, 1.37 : 1


Με την όγδοη ταινία του, ο Γουές Άντερσον κατάφερε να συνδυάσει τον περιβόητο φορμαλισμό του με μια ιστορία που, ουσιαστικά, εξυμνεί τη σημασία του να αφηγείσαι. Σκάρωσε μια ταινία για τη μαγεία της διήγησης, επιστρατεύοντας κάθε μέσο που διαθέτει ο κινηματογράφος προκειμένου να σου λέει παραμύθια. Και να οπτικοποιεί τον μύθο, με τρόπο απολαυστικό! Το «Ξενοδοχείο Grand Budapest» είναι ένα φιλμ που μιλάει τόσο εύγλωττα (σαν τον κεντρικό του χαρακτήρα, τον μεσιέ Γκουστάβ που ερμηνεύει μαεστρικά ο αγαπημένος Ρέιφ Φάινς), που απλά μαγεύεσαι και ακούς: για την δραματική ιστορία της Ευρώπης και το πέρασμά της από τις αξίες ενός αιώνα, του 19ου, -φαινομενικά- εξευγενισμένου και καλοαναθρεμμένου με ποίηση και υψηλές, ρομαντικές ιδέες (όπου ο Γκουστάβ συντηρεί, διάγοντας έναν βίο φροντισμένο στις λεπτομέρειές του, με την –ελαφρώς κωμική- έπαρση ενός, παλιάς κοπής, αριστοκράτη και την σπάνια ηθική ακεραιότητα ενός ιδεαλιστή ιππότη), σ’ αυτές ενός άλλου, σκληρού, απάνθρωπου, μιλιταριστικού και πολεμοχαρή που αντιλαμβάνεται τον πολιτισμό σαν εμπόδιο ή ως ευκαιρία για γρήγορο πλουτισμό. Για το γιατρικό της αφήγησης, τον μόνο τρόπο να βαλσαμώσεις το παρελθόν μετατρέποντάς το σε αρχοντικό λείψανο και να εξωραΐσεις την Ιστορία που η λογοτεχνία την παρηγορεί κι η πολιτική την βιάζει. Για τη βαρβαρότητα σαν μόνιμη υπαρξιακή κατάσταση ενός είδους που αρνείται να ωριμάσει κι αυτούς τους λίγους που με όλες τους τις δυνάμεις εμμένουν στη διατήρηση μιας σπίθας ανθρωπιάς.

Σε επίπεδο περιεχομένου αυτή είναι ίσως η πληρέστερη, μέχρι στιγμής, δημιουργία του Άντερσον. Βαθιά συγκινητική και αστεία με μια οξύνοια που δε βρίσκεις εύκολα στη σύγχρονη κινηματογραφική παραγωγή, γρήγορη, γεμάτη ενδιαφέροντες χαρακτήρες, καλογραμμένη, ρέουσα. Σε κατασκευαστικό επίπεδο δε, ο περφεξιονισμός του σκηνοθέτη αγγίζει το όριο μιας υπέροχης νεύρωσης. Τίποτα δεν είναι τυχαίο στα κάδρα του, όλα είναι τοποθετημένα με τρόπο που να εξυπηρετούν την πλοκή, και παράλληλα τη δημιουργία ενός εικαστικού παροξυσμού όπου οι γραμμές, τα χρώματα, η απόλυτη συμμετρία, η προοπτική και τα πρόσωπα ενορχηστρώνονται σε οργασμικές οπτικές συνθέσεις.

Για όσους η κινηματογραφική μαγεία συνίσταται στην ήρεμη παραχάραξη του πραγματικού, προκειμένου να δοθεί σαν κάτι όμορφο, προσχεδιασμένο και αρμονικό αυτό που πριν το άγγιγμα της τέχνης δεν ήταν παρά συμπτωματικό, άμορφο, παράλογο, η προσήλωση του Anderson στη διαχείριση της εικόνας, συγγενεύει με τη μεγαλοψυχία του συγγραφέα που μετατρέπει –χάρη στην μεταμορφωτική δύναμη των λέξεων– το σκοτεινό υλικό που του παρέχουν οι ανθρώπινες πράξεις, σε φως και ομορφιά. Στο τέλος, σκηνοθέτης και λογοτέχνης αφηγητής, μετέχουν στην ίδια ευλογημένη διαδικασία. Κι εμείς δεν μπορούμε παρά να νιώθουμε ευγνώμονες για τα δώρα τους. 

Κυκλοφορούν επίσης:
Από τον Χρήστο Ζαφειριάδη

Le passé (Το Παρελθόν, 2013) ****


Για τον υπέροχο τρόπο που ο Φαραντί δομεί και αφηγείται τις ιστορίες του, περί κινηματογραφικής δεινότητας και αφηγηματικής  μαεστρίας, μπορείς να γράψεις αμέτρητους διθυράμβους χωρίς κανένας να σε κατηγορήσει για υπερβολή. Αυτή τη φορά ταξιδεύει στη Γαλλία, ψυχογραφώντας τα υπολείμματα της διάζευξης δύο ανθρώπων και τις επιπτώσεις της ελλιπούς διαχείρισής της, αφήνοντας ένα αδυσώπητο μυστήριο να πλανάται και να ξετυλίγεται μεθοδικά, μέχρι το σιωπηλό φινάλε που έρχεται να φωτίσει το σκοτάδι του πρόσφατου παρελθόντος. Ενός παρελθόντος που δεν μένει μονάχα ως ανάμνηση στο μυαλό αλλά επεμβαίνει στο παρόν, επηρεάζοντας με τρόπο δραματικό και ανελέητο το μέλλον που έρχεται αναπόφευκτα για καθέναν από εμάς. Υπέροχες όλες οι ερμηνείες με την Bérénice Bejo να κερδίζει βλέμματα, χειροκροτήματα και βραβεία στο Φεστιβάλ των Καννών.

Wadjda (Το Απαγορευμένο Ποδήλατο, 2012) ***1/2


Το Απαγορευμένο Ποδήλατο δεν θα το θαυμάσεις ως την πρώτη ταινία από την Σαουδική Αραβία που έχει μάλιστα γυναίκα στην καρέκλα του σκηνοθέτη. Θα το θαυμάσεις για τον τρόπο με τον οποίο καταδεικνύει την πραγματικότητα ενός άλλου κόσμου, το σθένος με το οποίο διαχειρίζεται την παιδική λαχτάρα (άλλωστε, τα πάθη των παιδιών δεν διαφέρουν και πολύ, απ’ όποια γωνιά του κόσμου κι αν προέρχονται), καθώς επίσης και για την τρυφερότητα πάνω στην οποία η σκηνοθέτις έχει χτίσει τα περισσότερα πλάνα της. Μια τρυφερότητα που γεννιέται μέσα από το βλέμμα της δεκάχρονης Wadjda (υπέροχα ενσαρκωμένη από την Βαντ Μοχάμεντ) και τα πάνινα παπούτσια της, φιλτράρεται από μικρές δόσεις καθημερινού χιούμορ και καταλήγει σε μια έξυπνη, συγκινητική και ταυτόχρονα ελπιδοφόρα κοινωνική δήλωση.  Ωραίο ντεμπούτο.

Enough Said (Εκεί που δεν το περιμένεις, 2013) ***


Το Enough Said είναι μια ταινία για τον έρωτα και τις απρόοπτες συνέπειές του. Όχι όμως τον προγαμιαίο έρωτα που έρχεται τις πιο αναμενόμενες στιγμές, περιμένοντας να γεννήσει τους πιο ανθρώπινους καρπούς του, αλλά τον έρωτα μιας ηλικίας που έρχεται εκεί που δεν το περιμένεις και σε φορτώνει με αναπάντεχα όνειρα και ανέλπιδους καημούς, περιμένοντας να τον αποδεχτείς έτσι ακριβώς όπως είναι. Από το αμήχανο χιούμορ της πρώτης γνωριμίας (το οποίο δεν θέλεις ποτέ να ξεχάσεις) μέχρι τη σύγκρουση και τελικά την αναπόφευκτη συμφιλίωση, οι ήρωες γνωρίζονται, αγαπιούνται, εξομολογούνται και τελικά χάνονται, για να ξαναβρεθούν και να κάνουνε παρέα, ακόμα πιο ελεύθεροι πια. Διότι μεταξύ μας, ποτέ δεν μπορείς να μιλήσεις αρκετά σε κάποιον που είσαι ερωτευμένος.

Paura nella città dei morti viventi (City of the Living Dead, 1980)  ****1/2

Χτισμένη σε ένα άψογα αποδομημένο περιβάλλον και χρωματισμένη με την τελετουργική μουσική του Fabio Frizzi, η ταινία (που είναι και η πρώτη της άτυπης τριλογίας της Κολάσεως - θα πούνε οι περισσότεροι) παρουσιάζει χωρίς ντροπή και χωρίς κανέναν ενδοιασμό, έναν αρμονικό συνδυασμό αποκρυφισμού, Lovecraft-ικού μύθου και αποδόμησης της όποιας θρησκευτικής πίστης, καμουφλαρισμένο με όλο τον ζόφο που μπορεί να διαπεράσει την ανθρώπινη λογική. Μια λογική που κλονίζει πρώτο από όλους έναν ιεροκήρυκα, ο οποίος αφού κρεμαστεί στον αύλειο χώρο της εκκλησίας του, γίνεται η αφορμή για να ανοίξει μια από τις επτά πύλες και ένα απροσδιόριστο κακό να εισέλθει στο κόσμο των ανθρώπων. Αμφισβητώντας την έννοια της γραμμικής αφήγησης, ο ευφυής αρχιτέκτονας Fulci, παρουσιάζει τα γεγονότα χωρίς σαφή αρχή, μέση και τέλος, ακριβώς όπως θα συνέβαινε αν τα σύνορα μεταξύ ανθρώπινης λογικής και της απέχθειας ενός άλλου, δυσοίωνου κόσμου, έπαυαν να υφίστανται, αποκαλύπτοντας παράλληλα όλη την φρίκη που πηγάζει από το ψυχολογικό μαρτύριο του ανθρωπίνου πνεύματος. Αριστούργημα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου