1/2/14

Λαρς Φον Τρίερ

Από την Ομάδα του Nostromo

Στο Δανό σκηνοθέτη Λαρς Φον Τρίερ μπορείς πολλά να καταλογίσεις -και πιθανώς να έχεις και δίκαιο σε ορισμένα από αυτά. Όμως, θα πρέπει να αναγνωρίζεις πως είναι πλασμένος από την σπανίζουσα πάστα των ιδιοφυών δημιουργών. Από αυτούς που διαθέτουν καλλιτεχνική αυθάδεια -συνδυασμό υπέρογκου Εγώ και θεόσταλτου ταλέντου- και ασίγαστη ανάγκη οραματισμού.
Ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής, με την πρόκληση στο αίμα του, αέναος πειραματιστής στην Τέχνη του (δοκίμασε π.χ. την τηλεοπτική «Μήδειά» του, τους «Ηλίθιους» του Δόγματος ’95 και το «Manderlay» και θα το διαπιστώσεις), προορισμένος για να διχάζει τόσο το κοινό όσο και τους κριτικούς. Εξ αφορμής της νέας του Σάγκα, "Nymphomaniac", ανασκαλεύουμε την τριακονταετή καριέρα του και γράφουμε για επιλεγμένους της σταθμούς.
Ι.Μ.Λ.

Forbrydelsens Element (Το Στοιχείο του εγκλήματος, 1984)


Από τη Λίθινη ακόμα εποχή οι άνθρωποι αλλάζουν. Και όσο οι άνθρωποι αλλάζουν θα αλλάζει και το κακό που βρίσκεται μέσα τους. Βουτηγμένη σε ένα υπνωτιστικό περιβάλλον και ντυμένη με την κόκκινη αντανάκλαση μιας ματωμένης πνευματικής ψυχεδέλειας, η πρώτη ταινία της τριλογίας αφιέρωση/αυτοψία στην πολύπαθη Ευρώπη (διότι ο Trier εκτός από Δανός είναι και Ευρωπαίος) αναζητά το κίνητρο για την ακόρεστη δολοφονική μανία ενός αφανούς κυνηγού, προσπαθώντας παράλληλα να προσδιορίσει το (πρωτόλειο) στοιχείο του εγκλήματος. Ένα στοιχείο που γεννάται στην καρδιά του ανθρώπου και στη συνέχεια επεκτείνεται στα μύχια διακριτικά της κοινωνίας, προκαλώντας εσώψυχες παρακμές και ρημαγμένες συνειδήσεις σε εκείνους που θα το αναγνωρίσουν. Οδυνηρό το ταξίδι (που στήνει ο Trier), οφείλουμε όμως να παραδεχτούμε πώς όταν η Ευρώπη πεθάνει, θα αφήσει πίσω της ένα υπέροχο πτώμα.
X.Z. 


Europa (1991)


"You will now listen to my voice…" 
Υπάρχουν κινηματογραφικά μοτίβα, αποχρώσεις, κινήσεις, που γίνονται θραύσματα αυτού που θα σου συμβεί από κει και πέρα. Ανεπίκαιρα ίχνη που την αξία τους μόνο εσύ μπορεί να βυθομετρήσεις, όσο αναπνέεις –ζωντανός ακόμα- στην ατμόσφαιρα της ταινίας.
Το Europa δεν αφηγείται το χώρο, το χρόνο και την αιτιότητα, μα τις μορφές της μνήμης, της φαντασίας και της επιθυμίας. Το όνειρο που σε φυτεύει σε μια ζωή που δεν έζησες, εκείνα τα χείλη, εκείνη τη μελωδία, εκείνα τα ελάχιστα που διαστέλλουν το χρόνο και εξαγοράζουν την λιγοψυχία τού να μείνεις αμέτοχος (όπως ήθελε ο ήρωας της ταινίας), ανεξίτηλες έγχρωμες διπλοτυπίες στο ασπρόμαυρο βλέμμα. Μέσα στο συνειδητό μου σώμα, αυτόν τον ελάχιστο χώρο, το Europa με πήγε μπροστά λίγα δευτερόλεπτα φαντασίας. 
Γ.Π.


Breaking The Waves (Δαμάζοντας τα κύματα, 1997)



Η -κατά την άποψη του γράφοντος- συγκλονιστικότερη ταινία του Lars Von Trier είναι ένα κατανυκτικό, υπαρξιστικό μελόδραμα, κατακλυσμιαίας συναισθηματικής έντασης και σαρωτικής μελαγχολίας που αναρωτιέται, με μπεργκμανική βαθύτητα, ποιον θα τοποθετήσουμε στην κενή θέση του απόντος Θεού και αποφαίνεται: την αγάπη. Απόλυτη, τραγική, απαρασάλευτη, παράλογη, άμετρη, μια αγάπη που μπορεί να γεμίσει με μουσική την τρομακτική σιωπή του σύμπαντος και που ενσαρκώνεται ιδανικά στο πρόσωπο της ανατριχιαστικής Emily Watson (αν με ρωτάς, μια από τις πέντε πιο σπουδαίες γυναικείες ερμηνείες στην ιστορία του σινεμά). Ο Έρωτας, ο Θάνατος, η Αγιότητα, το υπερ-ηθικό της αληθινής αφοσίωσης, το Θαύμα, όλα είναι εδώ. 
Δεν το παρακολουθείς απλά, προσεύχεσαι μαζί του.
Γ.Σ.


Dancer In The Dark (Χορεύοντας στο σκοτάδι, 2000)



Η ροπή του Trier προς την μια κάποια πολιτική αφέλεια, το συναισθηματικό εκβιασμό και τον αισθητικό δηθεν-ισμό χαρακτηρίζει, για πολλούς, διαχρονικά το έργο του. Στις καλύτερες στιγμές του, οι σκόπελοι αποφεύγονται χάρη σε μια ιδιοφυή αποδόμηση του σινεμά ως τέχνης αναπαραστατικής. Εν έτει 2000, το Dancer in the dark ανακοινώνει εμφατικά την (μέχρι τότε) κορύφωση και των δύο πλευρών του κινηματογραφικού του σύμπαντος. Μοιάζει με βέλος που στο διάβα του διχάζει αλλά χωρίς να εκτραπεί της πορείας του προς την καρδιά μας. Ίσως επειδή επιστρέφει στο σινεμά της Gish και του Griffith, ίσως επειδή ξεμπροστιάζει και ταυτόχρονα υμνεί τη φενάκη της απόδρασης που μόνο η μεγάλη οθόνη δύναται να προσφέρει, ίσως πάλι επειδή ευλογείται από τη σαρωτική ερμηνεία της Björk. Αν αυτός είναι ο επιθανάτιος ρόγχος του Δόγματος, δε θα μπορούσε να συνοδευτεί από ηχηρότερους λυγμούς.    
Α.Π.


Dogville (2003)



Καινοτόμο σε αναπαραστασιακή σύλληψη, εντελώς δεξιοτεχνικό σκηνοθετικά, το θεόπνευστο πρώτο μέρος της ανολοκλήρωτης τριλογίας «USALand of Opportunities» (χωρισμένο σε πρόλογο και εννέα κεφάλαια) ενστερνίζεται την άποψη πως η ροπή του ανθρώπου είναι προς το Κακό -με τη δολιότητα, την εγωπάθεια και την απληστία σε πρώτο πλάνο. Ύστερα εμφιλοχωρεί και η υπεροψία.
Όταν ένας από την κοινότητα δηλώνει ευθαρσώς στην Γκρέις πως «οι άνθρωποι έχουν ανάγκες και πρέπει να τις σέβεσαι», εννοεί πως θα πρέπει αυτόχρημα να τις ικανοποιεί. Κι αυτή υποκύπτει. Για να φτάσουμε στη σκηνή, όταν η Γκρέις σμίγει με τον πατέρα της, που ο Τρίερ θα εγείρει το ακανθώδες ζήτημα που τον απασχολεί. Εφόσον η φύση του ανθρώπου είναι (ηθικά) ευτελής, πώς μπορείς να την τιθασεύσεις (;). Να σταθείς απερίσπαστα στωικός απέναντί της ή να πράξεις αυτοδίκαια.
Η θέση του στο -εκ πρώτης όψεως καθαρτήριο, αργότερα που ‘σαι νηφάλιος, ζοφερό- φινάλε.
Ι.Μ.Λ.


Melancholia (2011)



O Τρίερ είναι πάντα δογματικός (…) σκηνοθέτης. Είτε κάνει ένα παιχνίδι με το σινεμά – στην αρχή της καριέρας του – ή επανασυστήνει, μισό αιώνα μετά, τον νεορεαλισμό στην προσωπική του εκδοχή, είναι πάντα ο ίδιος, ιδιοφυής, νάρκισσος, σπουδαίος καλλιτέχνης που θα λατρεύεις, θα μισείς. Ο καλλιτέχνης δημιουργεί τον κόσμο. Και στην Μελαγχολία, τον συντρίβει κιόλας.
Γιατί όταν είσαι στην άκρη του σχοινιού σου δεν μπορείς παρά να είσαι ένας μανιακός εγωΐσταρος, ολότελα απελπισμένος στο αυτοφυές δράμα σου, παντοτινά δοσμένος στον τρόμο σου, στην μελαγχολία μιας Δημιουργίας που παράτησε τα δημιουργήματά της στην ανικανότητά τους να δουν πέρα απ’ το ατάϊστο εγώ τους.
Η Μελαγχολία, αρχοντική στην όψη της, παρακμιακή στην διαπίστωσή της, βυθιζόμενη ανεπιστρεπτί στον βαγκνερισμό της κι εξακολουθητικά αυτοκτονική στην μελλοντολογία της (για το παρόν μιλάει, μη γελαστείς) είναι στα χαρτιά μου η ωραιότερη καταστροφολογική ταινία που έγινε ποτέ.
Το ρίσκο όλο δικό μας. 
Η.Δ.

1 σχόλιο: